dance photo: dance dance.jpg
dance photo: dance dance.jpg dance photo: dance dance.gif

Τετάρτη 15 Μαΐου 2013

Ερωτόκριτος ✿ Αρετούσα


Α*ΜΕΡΟΣ  


⊱╮


Ο βασιλιάς της Αθήνας Ηράκλης και η σύζυγός του Αρτέμη ύστερα από πολλά χρόνια γάμου αποκτούν μία και μοναδική κόρη την Αρετούσα την οποία ερωτεύεται παράφορα ο Ερωτόκριτος , ο γιός του συμβούλου του βασιλιά Πεζόστρατου. Όμως επειδή δεν μπορούσε να φανερώσει τον έρωτά του πηγαίνει κάτω από το παράθυρό της τα βράδια με τον πιστό φίλο του Πολύδωρο, στον οποίο εκμυστηρεύεται το μεγάλο του μυστικό, και τα τραγούδια του.
«Αδέρφι μου, Πολύδωρε το ξέρω , το κατέχω πως με τον έρωτα ξεμπερδεμό δεν έχω. Φλόγα μου καίει την καρδιά και δεν μπορώ να γιάνωκαι για την Αρετούσα μου θα πέσω να ποθάνω».
Έτσι λοιπόν ο Ερωτόκριτος βρίσκει παρηγοριά σε αυτά τα τραγούδια που της τραγουδάει εξομολογώντας της τον έρωτά του. Η Αρετούσα (που ήταν 13-14 χρονών , δηλαδή ανήλικη) αρχίζει να συγκινείται από τα τραγούδια του άγνωστου (για αυτήν) νυχτερινού τραγουδιστή.
Η Αρετή σαν άκουσε τα όμορφα λαγούτα γυρίζει προς την νένα της και λέει τα λόγια ετούτα:

«Νένα μου , το τραγούδι αυτό κάτι σαν λιγωμάρα
φέρνει μου στην καρδιά και μου΄ρχεται λαχτάρα.»

Β* ΜΕΡΟΣ

    ⊱╮


Στις 25 Απριλίου (ημέρα εορτασμού του Αγίου Μάρκου) ο βασιλιάς για να διασκεδάσει την κόρη του οργανώνει κονταροχτύπημα στο οποίο παίρνουν μέρος αφέντες και αρχοντόπουλα από όλες τις ελληνικές πόλεις. Ανάμεσα σε αυτούς ήταν και ο Ερωτόκριτος ο οποίος ήταν μεταμφιεσμένος προκειμένου να μην τον αντιληφθούν επειδή προερχόταν από κατώτερη κοινωνική τάξη. Τελικός νικητής ήταν ο Ερωτόκριτος που έλαβε το στεφάνι από τα χέρια της Αρετούσας , ως έπαθλο της νίκης.

«Από τους δυο πιο δυνατούς εκείνη την ημέρα
φάνηκεν ο Ρωτόκριτος. Και τσα’Αρετής πιο πέρα
η δόλια η καρδούλα της εκόντευε να σπάσει,
γιατι φοβόταν μην τυχόν και τον καλό της χάσει».
«Ενίκησε ο Ρωτόκριτος στο ρήγα γονατίζει
και με χρυσό η Αρετή στεφάνι τον στολίζει.
Κι ο κόσμος όλος χαίρονταν για τ’ άξιο παλικάρι
που’χε περίσσεια αντρειά και φρόνιση και χάρη».

Γ*ΜΕΡΟΣ

Ύστερα από τις κρυφές συναντήσεις του Ερωτόκριτου με την Αρετούσα , ο Ερωτόκριτος πείθει τον πατέρα του να επισκεφτεί το βασιλιά και να ζητήσει τη βασιλοπούλα σε γάμο. Ο βασιλιάς εξοργίζεται για την τόλμη του Πεζόστρατου και εξορίζει τον Ερωτόκριτο από την χώρα του . Προτού φύγει όμως η Αρετούσα του προσφέρει το δαχτυλίδι της και ορκίζονται αιώνια αγάπη.
«Του λέει του Πεζόστρατου ο Ρωτόκριτος μια μέρα: Πατέρα μου του βασιλιά αγαπώ τη θυγατέρα.  Παρακαλεί το γέρο του στο ρήγα να μιλήσει της ρηγοπούλας της καλής το χέρι να ζητήσει. Ο βασιλιάς σαν άκουσε την προξενιά του γάμου: Λωλέ , λέει του γέροντα , χάσου από μπροστά μου. Πώς να ζητήσεις τόλμησες εσύ τούτη τη χάρη γυναίκα του ο Ρωτόκριτος την Αρετούσα να πάρει?
Όσο γα το Ρωτόκριτο και την αποκοτιά του στην εξορία να διωχτεί θέλω η αφεντιά του. Μεσάνυχτα ο Ρωτόκριτος στην Αρετούσα πάει. «Άκουσες Αρετούσα μου τα θλιβερά μαντάτα? Ο κύρης με’ξόρισε στης ξενιτιάς τη στράτα. Φεύγω , μισεύω μακριά , σε άλλη γή θα μείνω , μα την ψυχή και την καρδιά σε σένα την αφήνω. Όρκο σου κάνω πως θα ζώ μόνο για να γυρίσω αφού δίχως εσένανε δε θέλω πια να ζήσω. Η Αρετούσα που τ’άκουσε κόντεψε να πεθάνει το δαχτυλίδι της στο χέρι του το βάνει».
Δ* ΜΕΡΟΣ

Η Αρετούσα κλείνετε στην φυλακή μετά την επίμονη άρνησή της να παντρευτεί το ρηγόπουλο του Βυζαντίου. Τέσσερα χρόνια αργότερα ο βασιλιάς των Βλάχων εισβάλλει στην χώρα του Ηράκλη και πολιορκεί την Αθήνα. Ο Ερωτόκριτος με μαύρη όψη προσφέρει σοτυς Αθηναίους ανέλπιστη και αποτελεσματική βοήθεια και στο τέλος νικάει στην αποφασιστική μονομαχία με τον Άριστο τον ανιψιό του βασιλιά των Βλάχων.
«Τα’κουσεν ο Ρωτόκριτος τα θλιβερά μαντάτα πως στην Αθήνα πλάκωσαν των Βλάχων τα φουσάτα. Τα άρματά του ζώνεται τον μαύρο του σελώνει και στην Αθήνα γρήγορα σαν άνεμος ζυγώνει. Ήθελε σαν πολεμιστής τη χώρα να βοηθήσει και αν μπορει τον ρήγα του να κάμει να νικήσει. Φτάνει κοντά και τι να ιδεί: στη μάχη , με στη μέση, το βασιλιά σε κίνδυνο να’χει πέσει. Ορμάει ο Ρωτόκριτος μ’όλη τη δύναμή του μήπως του Ρήγα να σωθεί μπορέσει η ζωή του. Χτυπάει οχτρούς με το σπαθί, χτυπιέται, δε λυγάει, ώσπου ασφαλή το βασιλιά μέσα στα τείχη πάει».



Ε*ΜΕΡΟΣ

Στο τελευταίο μέρος ο Ηράκλης γεμάτος ευγνωμοσύνη προσφέρει στον άγνωστο πολεμιστή τα πλούτη και το μισό βασίλειό του. Αυτός όμως αρνείται και ζητά ως αμοιβή να πάρει για γυναίκα του τη φυλακισμένη ακόμα Αρετούσα. Ύστερα από πολλές και επιμέρους περιπέτειες , όπου ο Ερωτόκριτος δοκιμάζει τα όρια τη πίστης της Αρετούσας , θα φανερωθεί ποιος είναι και θα την παντρευτεί με την άδεια του βασιλιά Ηράκλη. Στον επίλογο του ποιήματος , (Ε 1539-1548) ο ίδιος ο ποιητής μιλά για τον εαυτό του. Γεννήθηκε και μεγάλωσε στην Σητεία , όπου έγραψε και το ποίημά του, παντρεύτηκε και διέμενε στο κάστρο (σημερινό
Ηράκλειο).