dance photo: dance dance.jpg
dance photo: dance dance.jpg dance photo: dance dance.gif

Τετάρτη 15 Μαΐου 2013

Ρωμαίος ✿⊱╮Ιουλιέτα





Το έργο ξεκινά στον δρόμο με έναν καυγά μεταξύ υποστηρικτών δύο οικογενειών με ορκισμένη έχθρα μεταξύ τους, των Καπουλέτων και Μοντέγων. Ο Εσκάλους, Πρίγκιπας της Βερόνας, αναγγέλλει τιμωρία με θάνατο αν συνεχιστεί αυτή η πολύχρονη βεντέτα. Αργότερα, ο Κόμης Πάρης ζητά το χέρι της κόρης του Καπουλέτου, της Ιουλιέτας, όμως ο Καπουλέτος του ζητά να περιμένει δυο χρόνια.
Ο Ρωμαίος είναι ερωτευμένος με ανεκπλήρωτο έρωτα με τη Ροζαλίνα, ανιψιά του Καπουλέτου. Εντωμεταξύ ο Καπουλέτος ενθουσιάζεται με την ιδέα να παντρέψει την Ιουλιέτα με τον Κόμη Πάρη και τον καλεί στην προγραμματισμένη εορταστική συνάθροιση των Καπουλέτων. Ο Ρωμαίος μαζί με τους φίλους του, Μπενβόλιο και Μερκούτιο, πηγαίνουν, λόγω του έρωτα του Ρωμαίου, απρόσκλητοι στη γιορτή προσδοκώντας να δουν τη Ροζαλίνα. Κατά τη διάρκεια της γιορτής ο Ρωμαίος ερωτεύεται κεραυνοβόλα την Ιουλιέτα. Χορεύοντας μαζί μαθαίνουν ότι οι οικογένειες τους είναι αντίπαλες και πως κυριαρχεί μια αδυσώπητη έχθρα ανάμεσά τους.
Αψηφώντας τον κίνδυνο, ο Ρωμαίος ψάχνει να βρει την Ιουλιέτα, την οποία δεν μπορεί να ξεχάσει. Γλιστρά στα κρυφά στον κήπο των Καπουλέτων και ακούει κάτω από το μπαλκόνι της την Ιουλιέτα να εξομολογείται πως τον αγαπά παρόλο το μίσος των οικογενειών τους. Τότε της φανερώνεται και αποφασίζουν να παντρευτούν. Την επομένη κιόλας μέρα ο Ρωμαίος συναντά τον φίλο του, ιερέα Λαυρέντιο, ο οποίος συμφωνεί να τους παντρέψει, καθώς πιστεύει ότι αυτός ο γάμος θα έφερνε ένα τέλος στην έχθρα ανάμεσα στις δύο οικογένειες, και τους παντρεύει κρυφά.
Ο Τυβάλτος, ξάδερφος της Ιουλιέτας, ζητά σε μονομαχία τον Ρωμαίο επειδή εμφανίστηκε ακάλεστος στη γιορτή, μα εκείνος την απορρίπτει καθώς τον θεωρεί πλέον συγγενή του. Όμως ο Μερκούτιος, φίλος του Ρωμαίου, αποδέχεται την πρόκληση και σκοτώνεται από τον Τυβάλτο την ώρα που ο Ρωμαίος προσπαθεί να τους χωρίσει. Ο Ρωμαίος στη συνέχεια σκοτώνει τον Τυβάλτο. Ο Εσκάλους μαθαίνοντας το συμβάν εξορίζει τον Ρωμαίο. Ο Ρωμαίος, πριν φύγει, περνά με την Ιουλιέτα τη νύχτα στα διαμερίσματά της, ολοκληρώνοντας τον γάμο τους.
Ο Καπουλέτος, χωρίς να γνωρίζει για τον κρυφό γάμο τον δύο νέων, αποφασίζει να παντρέψει την Ιουλιέτα με τον Πάρη. Η Ιουλιέτα αρνείται και ο Καπουλέτος απειλεί να την αποκυρήξει. Η Ιουλιέτα παρακαλεί την μητέρα της να καθυστερήσει τον γάμο, όμως εκείνη την απορρίπτει. Έτσι επισκέπτεται τον ιερέα Λαυρέντιο για βοήθεια κι εκείνος καταστρώνει ένα σχέδιο σύμφωνα με το οποίο συμβουλεύει την Ιουλιέτα να πάρει ένα δηλητήριο που θα την κάνει να φαίνεται νεκρή για 42 ώρες, ενώ ταυτόχρονα θα στείλει ένα γράμμα στον Ρωμαίο να του εξηγεί το σχέδιο ώστε να έρθει να την πάρει όταν αυτή ξυπνήσει και ενώ όλοι θα τη νομίζουν νεκρή. Η Ιουλιέτα παίρνει το δηλητήριο τη νύχτα πριν τον γάμο με τον Πάρη. Νομίζοντάς την νεκρή, οι Καπουλέτοι την μεταφέρουν να κείται στην οικογενειακή κρύπτη.
Ο αγγελιοφόρος δεν φτάνει ποτέ όμως στον Ρωμαίο και ο Ρωμαίος μαθαίνει πως η Ιουλιέτα πέθανε από τον υπηρέτη του, τον Βαλταζάρ. Συντετριμένος, ο Ρωμαίος αγοράζει δηλητήριο από ένα φαρμακείο και πηγαίνει στην κρύπτη των Καπουλέτων, όπου και συναντά τον Πάρη που έχει πάει να θρηνήσει την Ιουλιέτα κατ' ιδίαν. Ο Πάρης πιστεύει πως ο Ρωμαίος πήγε εκεί για να βανδαλίσει και του επιτίθεται, στη μάχη όμως σκοτώνεται από τον Ρωμαίο. Ο Ρωμαίος στη συνέχεια πίνει το δηλητήριο, νομίζοντας την Ιουλιέτα νεκρή. Έπειτα η Ιουλιέτα ξυπνά και, βρίσκοντας τον Ρωμαίο νεκρό, αυτοκτονεί με το μαχαίρι του.
Οι αντιμαχόμενες οικογένειες και ο πρίγκιπας φτάνουν στην κρύπτη και βρίσκουν και τους τρεις νεκρούς. Ο ιερέας Λαυρέντιος αφηγείται την ιστορία των δύο ερωτευμένων. Οι οικογένειες συμφιλιώνονται κάτω από τον θάνατο των παιδιών τους και συμφωνούν να δώσουν τέλος στη βίαιη διαμάχη τους. Το έργο τελειώνει με την ελεγεία του πρίγκιπα για τους ερωτευμένους: «Γιατί δεν υπήρξε ποτέ ιστορία πιο θλιβερή από αυτήν της Ιουλιέτας και του Ρωμαίου».

Το έργο Ρωμαίος και Ιουλιέτα είναι μια τραγωδία που έγραψε στην αρχή της καριέρας του ο Ουίλλιαμ Σαίξπηρ, το 1595, για δυο νεαρούς κατατρεγμένους εραστές που ο θάνατός τους τελικά συμβιβάζει τις διενέξεις μεταξύ των φεουδαρχικών οικογενειών τους. Ήταν μεταξύ των πιο δημοφιλών έργων του Σαίξπηρ στη διάρκεια της ζωής του και, μαζί με τονΆμλετ, είναι ένα από τα πιο συχνά εκτελούμενα έργα του. Σήμερα, οι χαρακτήρες του τίτλου θεωρούνται ως αρχέτυπο των νέων εραστών.





Ορφεύς ✿ Ευριδίκη



       
  




Πάντα γλυκό ήταν το τραγούδι του Ορφέα και πάντα η λύρα του μάγευε. 
Μα όταν γύρισε κάποτε από το ταξίδι το απίστευτο, τότε τραγούδησε με μιαν ανείπωτη ομορφιά, με μια θαυματουργή χάρη. 
Γιατί είχε γνωρίσει τον πόνο.
Κάποτε ήρθε η ώρα να πληρώσει το κοινό χρέος. 
Τότε αντάμωσε ξανά την Ευρυδίκη και μπόρεσε άφοβα να την κοιτάξει στα μάτια. 
Κι έμεινε πλάι της για πάντα.
Οι θεοί πήραν τη μαγική λύρα του Ορφέα και την έστησαν στον ουρανό. 
Κάθε νύχτα τραγουδάει την αγνότητα και την αγάπη.
Καθώς ξέρεις, όλα τα άστρα το ίδιο τραγουδάνε.





  
                                



✿ 'Ερως και ΨΥΧΗ ✿


Ο Έρωτας και η Ψυχή είναι ένα μυθολογικό ζευγάρι, που βασανίστηκαν πολύ  μέχρι να μπορέσουν να χαρούν την αγάπη τους ανεμπόδιστα. 
Σύμφωνα με τον μύθο, η Ψυχή ήταν μια πανέμορφη σεμνή κόρη που προκάλεσε τη ζήλια της Αφροδίτης και έστειλε στους ανθρώπους το γιο της Ερωτα για να αλλάξει τη διάθεσή τους απέναντι στην ομορφιά της Ψυχής. Εκείνος, όμως, την ερωτεύτηκε.
Αν και ο Θεός Ερως στην αρχαιότητα ήταν υπεύθυνος για τα πάθη πολλών θνητών και μη, τελικά και ο ίδιος δεν γλίτωσε από τα βέλη του.
Ζούσαν μαζί, με τον όρο η Ψυχή να μην τον αντικρίσει ποτέ.Βοήθησε σ' αυτό και η νύχτα που σκέπασε την αγάπη τους. 
Η περιέργεια, όμως, έκανε την Ψυχή ένα βράδυ να παραβεί τον όρκο της και να κρυφοκοιτάξει τη μορφή του αγαπημένου της. Η Ψυχή γύρισε στο παλάτι, και ξάπλωσε με το μυστηριώδη σύζυγό της. Όταν εκείνος αποκοιμήθηκε, η ψυχή πήρε ένα λυχνάρι και ένα μαχαίρι και αποφάσισε να τον σκοτώσει.
Εγειρε από πάνω του και καθώς φώτισε το πρόσωπο του με το λυχνάρι, είδε προς μεγάλη της έκπληξη τον πανέμορφο Θεό Ερωτα.
Η Ψυχή τα έχασε, το λυχνάρι έγειρε στο πλάι και καυτό λάδι χύθηκε πάνω στον Ερωτα.
Ο Ερωτας ξύπνησε από τον πόνο και πέταξε μακριά, λέγοντας της πως η καχυποψία της σκότωσε την αγάπη τους και ότι δεν θα μπορούσαν να είναι μαζί πια, αφού αυτή  μια θνητή  είδε το πρόσωπο ενός αθάνατου.

Μετανιωμένη η Ψυχή άρχισε να αναζητά τον Ερωτα παντού, χωρίς αποτέλεσμα. Κάποια στιγμή μετά από πολλή περιπλάνηση έφτασε σε ναό της θεάς Δήμητρας, η οποία τη συμβούλεψε να παρακαλέσει την Αφροδίτη να την αφήσει να δει το γιο της.

Η Αφροδίτη είχε φυλακίσει τον Ερωτα μέχρι να ξεχάσει την Ψυχή και να επουλωθεί η πληγή από το καυτό λάδι. Ακουσε όμως από τις ικεσίες της Ψυχής και της απάντησε ότι για να δει τον αγαπημένο της, θα έπρεπε πρώτα να περάσει τρεις δοκιμασίες.

Οι δοκιμασίες ήταν δύσκολες, αλλά η Ψυχή κατόρθωσε να πραγματοποιήσει τις δυο πρώτες με επιτυχία. Ωστόσο η τελευταία δοκιμασία απαιτούσε να κατέβει στον Άδη και να φέρει το κουτί της Περσεφόνης στην Αφροδίτη. Το κουτί αυτό περιείχε το μαγικό ελιξήριο της ομορφιάς και η Ψυχή απαγορευόταν να το ανοίξει.

Η Ψυχή πήρε το κουτί αλλά δεν αντιστάθηκε στον πειρασμό να το ανοίξει για να πάρει λίγο φάρμακο ομορφιάς για τον εαυτό της. Ωστόσο στο κουτί η Περσεφόνη δεν είχε βάλει κανένα μαγικό φίλτρο που θα μπορούσε να την κάνει πιο όμορφη, αλλά τον Μορφέα, που την έριξε σε βαθύ ύπνο.

Οταν ο Ερωτας έμαθε τι έπαθε η αγαπημένη του, δραπέτευσε από το παλάτι της Αφροδίτης, πέταξε στον Ολυμπο και παρακάλεσε τον Δία να σώσει την Ψυχή. Ο Δίας συγκινημένος από την αγάπη του θεού Ερωτα, την έκανε αθάνατη, επιτρέποντας στον 'Ερωτα να ενωθεί μαζί της για πάντα ,γεννώντας μάλιστα και μια κόρη την Ηδονή.




Ερωτόκριτος ✿ Αρετούσα


Α*ΜΕΡΟΣ  


⊱╮


Ο βασιλιάς της Αθήνας Ηράκλης και η σύζυγός του Αρτέμη ύστερα από πολλά χρόνια γάμου αποκτούν μία και μοναδική κόρη την Αρετούσα την οποία ερωτεύεται παράφορα ο Ερωτόκριτος , ο γιός του συμβούλου του βασιλιά Πεζόστρατου. Όμως επειδή δεν μπορούσε να φανερώσει τον έρωτά του πηγαίνει κάτω από το παράθυρό της τα βράδια με τον πιστό φίλο του Πολύδωρο, στον οποίο εκμυστηρεύεται το μεγάλο του μυστικό, και τα τραγούδια του.
«Αδέρφι μου, Πολύδωρε το ξέρω , το κατέχω πως με τον έρωτα ξεμπερδεμό δεν έχω. Φλόγα μου καίει την καρδιά και δεν μπορώ να γιάνωκαι για την Αρετούσα μου θα πέσω να ποθάνω».
Έτσι λοιπόν ο Ερωτόκριτος βρίσκει παρηγοριά σε αυτά τα τραγούδια που της τραγουδάει εξομολογώντας της τον έρωτά του. Η Αρετούσα (που ήταν 13-14 χρονών , δηλαδή ανήλικη) αρχίζει να συγκινείται από τα τραγούδια του άγνωστου (για αυτήν) νυχτερινού τραγουδιστή.
Η Αρετή σαν άκουσε τα όμορφα λαγούτα γυρίζει προς την νένα της και λέει τα λόγια ετούτα:

«Νένα μου , το τραγούδι αυτό κάτι σαν λιγωμάρα
φέρνει μου στην καρδιά και μου΄ρχεται λαχτάρα.»

Β* ΜΕΡΟΣ

    ⊱╮


Στις 25 Απριλίου (ημέρα εορτασμού του Αγίου Μάρκου) ο βασιλιάς για να διασκεδάσει την κόρη του οργανώνει κονταροχτύπημα στο οποίο παίρνουν μέρος αφέντες και αρχοντόπουλα από όλες τις ελληνικές πόλεις. Ανάμεσα σε αυτούς ήταν και ο Ερωτόκριτος ο οποίος ήταν μεταμφιεσμένος προκειμένου να μην τον αντιληφθούν επειδή προερχόταν από κατώτερη κοινωνική τάξη. Τελικός νικητής ήταν ο Ερωτόκριτος που έλαβε το στεφάνι από τα χέρια της Αρετούσας , ως έπαθλο της νίκης.

«Από τους δυο πιο δυνατούς εκείνη την ημέρα
φάνηκεν ο Ρωτόκριτος. Και τσα’Αρετής πιο πέρα
η δόλια η καρδούλα της εκόντευε να σπάσει,
γιατι φοβόταν μην τυχόν και τον καλό της χάσει».
«Ενίκησε ο Ρωτόκριτος στο ρήγα γονατίζει
και με χρυσό η Αρετή στεφάνι τον στολίζει.
Κι ο κόσμος όλος χαίρονταν για τ’ άξιο παλικάρι
που’χε περίσσεια αντρειά και φρόνιση και χάρη».

Γ*ΜΕΡΟΣ

Ύστερα από τις κρυφές συναντήσεις του Ερωτόκριτου με την Αρετούσα , ο Ερωτόκριτος πείθει τον πατέρα του να επισκεφτεί το βασιλιά και να ζητήσει τη βασιλοπούλα σε γάμο. Ο βασιλιάς εξοργίζεται για την τόλμη του Πεζόστρατου και εξορίζει τον Ερωτόκριτο από την χώρα του . Προτού φύγει όμως η Αρετούσα του προσφέρει το δαχτυλίδι της και ορκίζονται αιώνια αγάπη.
«Του λέει του Πεζόστρατου ο Ρωτόκριτος μια μέρα: Πατέρα μου του βασιλιά αγαπώ τη θυγατέρα.  Παρακαλεί το γέρο του στο ρήγα να μιλήσει της ρηγοπούλας της καλής το χέρι να ζητήσει. Ο βασιλιάς σαν άκουσε την προξενιά του γάμου: Λωλέ , λέει του γέροντα , χάσου από μπροστά μου. Πώς να ζητήσεις τόλμησες εσύ τούτη τη χάρη γυναίκα του ο Ρωτόκριτος την Αρετούσα να πάρει?
Όσο γα το Ρωτόκριτο και την αποκοτιά του στην εξορία να διωχτεί θέλω η αφεντιά του. Μεσάνυχτα ο Ρωτόκριτος στην Αρετούσα πάει. «Άκουσες Αρετούσα μου τα θλιβερά μαντάτα? Ο κύρης με’ξόρισε στης ξενιτιάς τη στράτα. Φεύγω , μισεύω μακριά , σε άλλη γή θα μείνω , μα την ψυχή και την καρδιά σε σένα την αφήνω. Όρκο σου κάνω πως θα ζώ μόνο για να γυρίσω αφού δίχως εσένανε δε θέλω πια να ζήσω. Η Αρετούσα που τ’άκουσε κόντεψε να πεθάνει το δαχτυλίδι της στο χέρι του το βάνει».
Δ* ΜΕΡΟΣ

Η Αρετούσα κλείνετε στην φυλακή μετά την επίμονη άρνησή της να παντρευτεί το ρηγόπουλο του Βυζαντίου. Τέσσερα χρόνια αργότερα ο βασιλιάς των Βλάχων εισβάλλει στην χώρα του Ηράκλη και πολιορκεί την Αθήνα. Ο Ερωτόκριτος με μαύρη όψη προσφέρει σοτυς Αθηναίους ανέλπιστη και αποτελεσματική βοήθεια και στο τέλος νικάει στην αποφασιστική μονομαχία με τον Άριστο τον ανιψιό του βασιλιά των Βλάχων.
«Τα’κουσεν ο Ρωτόκριτος τα θλιβερά μαντάτα πως στην Αθήνα πλάκωσαν των Βλάχων τα φουσάτα. Τα άρματά του ζώνεται τον μαύρο του σελώνει και στην Αθήνα γρήγορα σαν άνεμος ζυγώνει. Ήθελε σαν πολεμιστής τη χώρα να βοηθήσει και αν μπορει τον ρήγα του να κάμει να νικήσει. Φτάνει κοντά και τι να ιδεί: στη μάχη , με στη μέση, το βασιλιά σε κίνδυνο να’χει πέσει. Ορμάει ο Ρωτόκριτος μ’όλη τη δύναμή του μήπως του Ρήγα να σωθεί μπορέσει η ζωή του. Χτυπάει οχτρούς με το σπαθί, χτυπιέται, δε λυγάει, ώσπου ασφαλή το βασιλιά μέσα στα τείχη πάει».



Ε*ΜΕΡΟΣ

Στο τελευταίο μέρος ο Ηράκλης γεμάτος ευγνωμοσύνη προσφέρει στον άγνωστο πολεμιστή τα πλούτη και το μισό βασίλειό του. Αυτός όμως αρνείται και ζητά ως αμοιβή να πάρει για γυναίκα του τη φυλακισμένη ακόμα Αρετούσα. Ύστερα από πολλές και επιμέρους περιπέτειες , όπου ο Ερωτόκριτος δοκιμάζει τα όρια τη πίστης της Αρετούσας , θα φανερωθεί ποιος είναι και θα την παντρευτεί με την άδεια του βασιλιά Ηράκλη. Στον επίλογο του ποιήματος , (Ε 1539-1548) ο ίδιος ο ποιητής μιλά για τον εαυτό του. Γεννήθηκε και μεγάλωσε στην Σητεία , όπου έγραψε και το ποίημά του, παντρεύτηκε και διέμενε στο κάστρο (σημερινό
Ηράκλειο).





Προδοσία Επιθυμίας



Έναν άφωνο στραγγαλισμό σου ζήτησα
απ’ τα δικά σου χέρια μόνο ξεβγαλμένο
να ζήσω επιτέλους έναν έρωτα αλήτη
με σιωπή βαμμένη στο χρώμα που φοράς


Κι εσύ ξερίζωσες το λιόγερμα
και το ’στυψες στις ράγες των χειλιών μου
νομίζοντας πως έτσι θα αναστηθώ
στο όνειρο που θέλησα


Μα αίμα έσταξε απ’ τα χείλη μου
φωνάζοντας «προδωσία επιθυμίας»
και χωρίς ελπίδα να αναστηθώ
ξεψύχησα στην αγκαλιά σου…